Παρά το γεγονός ότι ένα πλήθος από μελέτες που επεξεργάζονται τα αντικειμενικά δεδομένα, ανεξάρτητα από την όποια ιδεολογική τοποθέτηση των ερευνητών, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι ιδιωτικοποιήσεις λειτουργούν καταστροφικά σε όλους τους τομείς της οικονομίας μιας χώρας, η καθεστωτική προπαγάνδα, εμφανίζει τις εντέχνως αποκαλούμενες «αποκρατικοποιήσεις», ως συστατικό στοιχείο των «μεταρρυθμίσεων» που οδηγούν στην «ανάπτυξη».
Η προπαγάνδα είναι διαρκής, μεθοδικά σχεδιασμένη, με αιχμή του δόρατος την διαστροφή των εννοιών. Στόχος της είναι, αφενός η αδρανοποίηση των αντιδράσεων των στρωμάτων που θίγονται και η ιδεολογική κυριαρχία της ομάδας συμφερόντων που εξυπηρετείται, και αφετέρου, η νομιμοποίηση των ταξικών πολιτικών, που αναμφίβολα στερούνται ορθολογικού περιεχομένου.
Εργαλείο κυριαρχίας και νομιμοποίησης αυτής της κυριαρχίας, είναι η κυρίως η χρήση της γλώσσας. Πρώτα η κατασκευή αφηρημένων εννοιών που αποκρύπτουν την πραγματικότητα και αφετέρου, η χρήση καθολικών εννοιών που αποβλέπουν στην διέγερση του συλλογικού ασυνείδητου και την υποκατάσταση της λογικής κρίσης από το θυμικό.
Επιπλέον, η επίκληση ηθικών εννοιών, που αποβλέπει στην παλινδρόμηση σε θυμικές σφαίρες της παιδικής ηλικίας. Αίφνης, η «αποκρατικοποίηση»-και όχι ιδιωτικοποίηση-, εκβιάζει την συναίνεση-, γιατί απλά αποδομεί το κακό κράτος. Η «μεταρρύθμιση», γιατί αντιτίθεται στο παλιό και η «ανάπτυξη» στην στασιμότητα.
Παράλληλα, οι εθνοσωτήρες που καιροφυλακτούν να βγάλουν σε πλειστηριασμό πατρίδα και έθνος, επικαλούνται το «έθνος», την «εθνική σωτηρία», την «εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης», την ελάφρυνση του «λαού» από τα βάρη των ελλειμμάτων. Ο πληθυντικός, αντικαθιστά πάντα τον ενικό: δημοσιογράφοι, πολιτικοί και οικονομολόγοι, ως άλλοι ωρυόμενοι δερβίσηδες, χάνουν το εγώ τους, το οποίο αντικαθίσταται από το «ΕΜΕΙΣ».
Ο νους και η ψυχή τους είναι σε διαρκή ταύτιση με το έθνος. Οι ανησυχίες του έθνους υποστασιοποιούνται στο περιορισμένο σαρκίο τους και νομιμοποιούνται μέσω αυτής της λεξούλας του πληθυντικού αριθμού, να είναι διαχειριστές της εξουσίας και αποκλειστικοί ρήτορες στο εθνικό ακροατήριο.
Η «ευθύνη», η «σοβαρότητα» και η νομιμοφροσύνη, αποδίδονται προκαταβολικά σε κόμματα, ρόλους και ανθρώπους, ανεξάρτητα από πράξεις και κίνητρα. Μια περίεργη αντίληψη που επαναφέρει στο προσκήνιο την ιδέα της χαρισματικής εξουσίας, που επιπλέον, δεν υπόκειται εξ’ αυτού, σε καμιά λογοδοσία.
Περιέργως, η νεοφιλελεύθερη Δεξιά αρέσκεται στην χρήση αφηρημένων εννοιών, με έναν τυπικό ελιτισμό, ενώ η σοσιαλδημοκρατία στη χρήση καθολικών εννοιών και η άρτι αφιχθείσα στην εξουσία νεοφιλελεύθερη «αριστερά», στις ηθικές έννοιες. Αυτό χρίζει περαιτέρω μελέτης, μιας και πρέπει να υφίσταται σχέση ιδεολογικού λόγου και ατομικής-συλλογικής ενοχής. Η νεοφιλελεύθερη συναίνεση σοσιαλδημοκρατών και αριστερών, προφανώς διεγείρει τα ενοχικά συναισθήματα, ώστε ο παραγόμενος λόγος να τρέπεται σε λαϊκιστικά περιεχόμενα και να εκβιάζει έτσι πιο άμεσα την κοινωνική συναίνεση.
Ιδιωτικοποιήσεις, Αλήθειες και ψέματα
Στη μελέτη των P. Cook και Y. Uchida: “Privatization and Economic Growth in Developing Countries” (Journal of Development Studies, Vol. 39, No 6, 2003, 121-154), αξιοποιούνται στοιχεία από 63 χώρες, για την περίοδο 1988-1997, ώστε να διερευνηθεί το κατά πόσο η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων ευνοεί την ανάπτυξη. Επιπλέον, στη μελέτη των ίδιων “The Performance of Privatized Enterprises in Developing Countries” (Journal of Developing Studies, Vol. 44, No. 9, 2009, 1342-1353), εξετάζεται το κατά πόσο οι ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας αύξησαν την απόδοσή τους.
Αντίθετα από τον αστικό μύθο που θεωρεί δεδομένη την σχέση ιδιωτικοποιήσεων και ανάπτυξης, οι δύο συγγραφείς, στην πρώτη μελέτη τους, οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι οι ιδιωτικοποιήσεις δεν οδηγούν σε αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης, ενώ στην δεύτερη, καταρρίπτοντας τον μύθο, σύμφωνα με τον οποίο οι ιδιωτικές επιχειρήσεις λειτουργούν αποτελεσματικότερα από τις κρατικές, οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι οι ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας απέτυχαν να αυξήσουν την απόδοσή τους.
Στα ίδια συμπεράσματα, αναφορικά με την αποτελεσματικότητα των ιδιωτικών επιχειρήσεων και ειδικότερα στην μελέτη της περίπτωσης των ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων της Βρετανίας κατά την περίοδο της Thatcher, καταλήγει και η μελέτη J.A. Cay-D. J. Thompson “Privatization: A Policy in Search of a Rationale” (The Economic Journal, Vol. 76, No. 381, 1986, 19-32).
Αναφορικά με την παραγωγικότητα της εργασίας, η μελέτη των Brown, W. και Walsh, J. 'Pay determination in Britain in the 1980s: the anatomy of decentralization', (Oxford Review of Economic Policy 7, 1, 1991, 44-59), που συγκρίνει την παραγωγικότητα, πριν και μετά τις ιδιωτικοποιήσεις, αποδεικνύει ότι δεν συντελέστηκε ουδεμία αύξηση της παραγωγικότητας, παρά την απορρύθμιση και τον ενταφιασμό των εργασιακών δικαιωμάτων. Η χαμηλή παραγωγικότητα, αντίθετα, αποτελεί πλέον δομικό στοιχείο της βρετανικής οικονομίας.
Τα μακρο-οικονομικά αποτελέσματα της εφαρμογής των νεοφιλελεύθερων πολιτικών στην Βρετανία, εκτός από την χαμηλή παραγωγικότητα, είναι η στασιμότητα του ρυθμού ανάπτυξης, που κινήθηκε στον μέσο κοινοτικό όρο, ο τριπλασιασμός της ανεργίας, η αύξηση των δημοσίων δαπανών λόγω της παρατεταμένης ύφεσης και της αύξησης των επιδομάτων, η εκτεταμένη αποβιομηχάνιση της χώρας και η διόγκωση του ελλείμματος.
Αναφορικά με τα δημοσιονομικά αποτελέσματα, η μελέτη του J. Johnson. “The Economy under Mrs. Thatcher 1977-90”, (Penguin 1991), αποδεικνύει ότι το έλλειμμα, σε σχέση με τις δανειακές ανάγκες του δημοσίου, υπερδιπλασιάστηκε. Παρά το γεγονός ότι η εισροή κεφαλαίων από τις ιδιωτικοποιήσεις δημιούργησε μια πρόσκαιρη πλασματική εικόνα πλεονάσματος, και ο κρατικός προϋπολογισμός ελαφρύνθηκε από την μη καταβολή κονδυλίων για την επιχορήγηση των ελλειμματικών δημόσιων επιχειρήσεων, τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα υπήρξαν καταστροφικά. Αυτό ήταν αποτέλεσμα, τόσο της απώλειας εσόδων από τις επικερδείς δημόσιες επιχειρήσεις, όσο και από τη μείωση εσόδων λόγω της χαμηλής κατανάλωσης, με την ταυτόχρονη αύξηση των επιδομάτων ανεργίας.
Αναφορικά με την διαχείριση των επιχειρήσεων και την αποτελεσματικότητα, οι προαναφερθείσες μελέτες και ένα πλήθος μελετών επιπλέον, καταρρίπτουν τους σχετικούς μύθους που προκρίνουν το γεγονός ότι η διαχείριση είναι πιο αποτελεσματική όταν είναι ιδιωτική, όπως και ότι η ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών είναι βέλτιστη υπό ιδιωτικό καθεστώς.
Αντίθετα, η διαχείριση εμφανίζει τα ίδια προβλήματα, ενώ οι προσφερόμενες υπηρεσίες είναι υποβαθμισμένες, λόγω του ότι ο ιδιώτης επιχειρηματίας αδυνατεί ή δεν επιθυμεί να εγκλωβίσει επενδυτικά κεφάλαια στις επιχειρήσεις του. Τόσο η αποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων, όσο και η παραγωγική αποτελεσματικότητα, αποτελούν μύθο, αφού η αποτελεσματικότητα γενικά είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων και όχι αποκλειστικά του ιδιοκτησιακού καθεστώτος (Kay-Thompson). Παράλληλα, η εξάλειψη της διαφθοράς υπό ιδιωτικό καθεστώς, είναι ένας άλλος μύθος, αφού η διαφθορά όχι μόνο δεν μειώνεται, αλλά αυξάνεται.
Ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα, μια σκοτεινή υπόθεση
Σε κείμενο συμβούλου του Ομίλου Eurobank EFG και καθηγητή του Πανεπιστημίου Πειραιά στο Τμήμα Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής Διοικητικής, διαβάζουμε:
«Έτσι, οι ιδιωτικοποιήσεις:
1) Έχουν θετική επίπτωση στη συνολική εθνική παραγωγή και τους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας, κυρίως όταν συνοδεύονται από ευρύτατες συμπληρωματικές μεταρρυθμίσεις, όπως η ενίσχυση του ανταγωνισμού, ο θεσμικός εκσυγχρονισμός, η ανάπτυξη των κεφαλαιαγορών και η μείωση του παρεμβατικού ρόλου του κράτους στην οικονομία.
2) Τείνουν να βελτιώνουν τη συνολική παραγωγικότητα της επιχείρησης. Ιδιαίτερα η βελτίωση φαίνεται να είναι μεγαλύτερη όταν οι μέτοχοι είναι ξένοι και λίγοι, παρά όταν είναι εγχώριοι και πολυάριθμοι.
3) Τείνουν να βελτιώνουν τα έσοδα και την κερδοφορία της επιχείρησης, ενώ τα αποτελέσματα στην παραγωγικότητα της εργασίας και την απασχόληση είναι μικρότερα, αλλά θετικά»Αυτές οι τρείς θέσεις, τις οποίες ασπάζονται οι νεοφιλελεύθερη στην Ελλάδα, αναμφισβήτητα, δεν συνάδουν με τα αποτελέσματα των έγκυρων ακαδημαϊκών μελετών. Πάραυτα, εμφανίζονται ως θέσφατα, δυνάμει του ότι εκστομίζονται από επαΐοντες τεχνοκράτες, η θέση των οποίων τους επιτρέπει να λειτουργούν ιδεολογικά, με τον πειστικό μανδύα της αντικειμενικότητας.
Οι ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα, ξεκινώντας από το 1990, επί Μητσοτάκη, έως τον Σημίτη και τον ΓΑΠ, έχουν αποφέρει το συνολικό ποσό των 24 δισεκατομμύριων ευρώ, χωρίς βέβαια να προσθέσουν τίποτα στην ανάπτυξη. Αντίθετα, και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δημιούργησαν μονοπώλια και ολιγοπώλια, φαίνεται ότι λειτούργησαν ανασχετικά για την όποια ανάπτυξη. Η έλλειψη μελετών για τη σχέση ιδιωτικοποιήσεων και ανάπτυξης στην Ελλάδα, δεν ακυρώνει το προφανές, ότι και εδώ, διαπιστώνονται τα ίδια αποτελέσματα.
Οι ιδιωτικοποιήσεις συνέτειναν στην αποανάπτυξη της χώρας, στην αύξηση του ελλείμματος και του χρέους, στις μισθολογικές μειώσεις, στην αύξηση της ανεργίας και την παγίωση της ευέλικτης εργασίας. Αν μάλιστα εφαρμοσθεί το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων ύψους 50 δις. ευρώ που προβλέπει το εγκεκριμένο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο της τρόικα, σε συνθήκες πλήρους απαξίωσης των επιχειρήσεων του δημοσίου, οι ρυθμοί ανάπτυξης θα πέσουν δραματικά, και η ύφεση θα προκαλέσει ολοσχερή ανθρωπιστική κρίση.
Αναμφισβήτητα, το ενδιαφέρον των δανειστών για τις ιδιωτικοποιήσεις σχετίζεται με το ότι εργολάβοι των ιδιωτικοποιήσεων έχουν να βγάλουν τεράστια κέρδη από το ξεπούλημα του εθνικού πλούτου. Το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης της περιουσίας της Ελληνικής Δημοκρατίας είναι αυτή την περίοδο το μεγαλύτερο στον κόσμο.
Επιπλέον όμως, η ιδιωτικοποίηση του δημοσίου, εκτός από την οικονομική διάσταση, που ανοίγει ένα τεράστιο πεδίο κερδοφορίας σε συνθήκες παγκόσμιας ύφεσης, έχει και συμβολική σημασία. Η αμφισβήτηση των νεοφιλελεύθερων οικονομικών σε παγκόσμιο επίπεδο, θα αντισταθμισθεί με ένα νέο νεοφιλελεύθερο «θαύμα»:την εκποίηση μιας χώρας στο σύνολό της.
Απαξίωση του Δημοσίου και εργαλειακότητα
Αναμφισβήτητα, η νεοφιλελεύθερη πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, είναι ανορθολογική, εφόσον δεν υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον. Εντούτοις είναι απόλυτα ορθολογική ως προς το πρόγραμμα που εξυπηρετεί. Το λάθος της όποιας επιχειρηματολογίας ενάντια στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, είναι ότι μέσω επιχειρημάτων, επιδιώκεται η ανάσχεση πολιτικών, που προγραμματικά επιδιώκουν την κατάλυση του κράτους πρόνοιας και του εθνικού κράτους και αποτελούν μέσα για οικονομική, κοινωνική και πολιτική κυριαρχία των ελίτ. Πρόκειται για δόγμα και όχι για άποψη, για την πιο εργαλειακή μορφή καπιταλισμού που επιδιώκει την αναδιάρθρωση της οικονομίας, του κράτους, της κοινωνίας και του πολιτισμού.
Η απαξίωση κάθε έννοιας δημοσίου συμφέροντος, δημόσιων λειτουργιών και δημόσιου χώρου, δικαιωμάτων και δημοκρατικών θεσμών, επιτυγχάνεται καθημερινά μέσω ανοικτών δικτύων που διαχέουν την νεοφιλελεύθερη προπαγάνδα. Η διαπλοκή των ατόμων, σε αυτό τον πρωτοφανή σε μέγεθος ιστό ιδεολογικής βίας, εκλαμβάνει διαστάσεις χιονοστιβάδας, εφόσον η πολιτική των ομάδων συμφερόντων που παράγουν των πρωτογενή νεοφιλελεύθερο λόγο, αποβλέπει στην διαμόρφωση ενός λαϊκού καπιταλισμού, μιας κοινωνίας μετόχων, που λειτουργεί οργανικά και ωφελιμιστικά.
Το «έθνος» που επικαλούνται οι νεοφιλελεύθεροι εθνοσωτήρες, είναι ακριβώς αυτό: το έθνος των μετόχων. Η απαξίωση του δημόσιου, του δημόσιου χώρου, των συλλογικοτήτων και των συγκρουσιακών ιδεολογιών, αποβλέπει σε ένα και μόνο πράγμα. Στην απρόσκοπτη συσσώρευση για την συσσώρευση και την διανομή προνομίων στους υπηρέτες των νέων αφεντικών.
Η συστηματική απαξίωση των δημόσιων επιχειρήσεων, με τον διορισμό εγκάθετων κομματικών διοικήσεων που αποδιοργανώνουν τις επιχειρήσεις και τις φορτώνουν με χρέη, μέσω της διαπλοκής με το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο, αποτελεί κλασσική μέθοδο, προστάδιο ιδιωτικοποίησης. Ταυτόχρονα, η καταγγελία του κρατισμού, επιδιώκει την απαξίωση της έννοιας του κράτους πρόνοιας, ώστε να εκβιασθεί η απαιτούμενη συναίνεση. Με την καταγγελία του κρατισμού, επιτυγχάνεται η απαξίωση και ως συνέπεια, η μεταφορά του κράτους πρόνοιας στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Ο ελιτιστικός κρατισμός , στην υπηρεσία του κεφαλαίου, παρουσιάζεται ως μη κρατισμός, ενώ η μέριμνα για τις χαμηλές τάξεις και οι αναδιανεμητικές πολιτικές, καταγγέλλονται ως κρατισμός.
Αυτή όμως η διεργασία, που συμπαρασύρει ακόμα και την ρεφορμιστική αριστερά, αποσκοπεί μακροπρόθεσμα στην κατάργηση του θεσμού του κράτους-έθνους και εξ’ αυτού, στην κατάργηση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Η ευρωπαϊκή πολιτική ενοποίηση που επικαλείται ο γαλλογερμανικός άξονας, με πρόσχημα την οικονομική και δημοσιονομική ενοποίηση, αποτελεί σημείο σταθμό στην εξέλιξη των πολιτικών θεσμών και σηματοδοτεί την πλήρη κατάργηση των δικαιοδοσιών των εθνικών κρατών. Αυτό, περαιτέρω, θα έχει ως συνέπεια την απαξίωση και κατάργηση της έννοιας της λαϊκής κυριαρχίας και της ίδιας της έννοιας του λαού. Το τι συνιστά πραγματικότητα, θα ορίζεται δικαιωματικά, από μία ομάδα γραφειοκρατών, που βάση ρητορικών κανόνων θα εκλαϊκεύει την βούληση των ελίτ.
Η υπεράσπιση του εθνικού κράτους, του λαϊκού κράτους, του κράτους πρόνοιας και της δημοκρατίας, είναι αναγκαία να συμβαδίζει με την υπεράσπιση της έννοιας του δημόσιου συμφέροντος, που επιχειρεί να πλήξει ο εργαλειακός νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός. Η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, στοχεύει να πλήξει τον πυρήνα της έννοιας του δημοσίου, που είναι η ύπαρξη των συλλογικών ταυτοτήτων.
Αν η περιουσία του κράτους, τα δημόσια αγαθά, συνιστούν ακίνητα ή επιχειρήσεις και δομές, χωρίς αξιακό και συμβολικό περιεχόμενο, τότε, είναι στην ευχέρεια του κάθε κρετίνου να τα βγάλει στο σφυρί. Αντίθετα, αν ανήκουν σε συλλογικές οντότητες, όπως ορίζονται από τις έννοιες του έθνους, της πατρίδας, του λαού, των τάξεων, των εργαζομένων, των κοινοτήτων, και των έμφυλων ταυτοτήτων, τότε, το ξεπούλημά τους , συνιστά προδοσία.
Ο νεοφιλελευθερισμός, στοχεύει ακριβώς στην αποψίλωση των πραγμάτων από το νόημά τους. Στην κατασκευή ενός υπηκόου, που υποκαθιστά τις αξίες με τον υπολογισμό, ανήμπορου να αντισταθεί σε μια παντοδύναμη εξουσία. Αυτό αποτελεί και τον κεντρικό ανθρωπολογικό στόχο του νεοφιλελευθερισμού.
Η κατασκευή του εργαλειακού ανθρώπου χωρίς ταυτότητα, η απαξίωση της ίδιας της ανθρώπινης οντότητας, που νομιμοποιεί την κατάρρευση κάθε έννοιας πολιτισμού που παρήγαγαν οι ιστορικές συλλογικότητες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου