Η ιστορική εμπειρία, δείχνει ότι το πολιτικό σύνθημα που εκφέρεται από την κατεστημένη εξουσία, είναι ικανό να μεταστρέψει και να καλύψει, να προτρέψει και να μεταλλάξει, να παραπλανήσει και να ντύσει την πραγματικότητα με ένα υπνωτικό πέπλο, έτσι ώστε αυτή, να φαίνεται σαν κάτι που δεν είναι ή έστω να γίνεται δυσδιάκριτη, σαν σε μισοσκόταδο.
Σε κάθε περίπτωση, είναι ικανό να προκαλέσει κοινωνικές πράξεις ή τουλάχιστον να επιφέρει σύγχυση. Αυτή είναι και η διαφορά του από το σύνθημα της πολιτικής διεκδίκησης, που κατά κάποιο τρόπο, επιχειρεί να αναδείξει και να φωτίσει κρυμμένες σχέσεις και όψεις της κοινωνικής πραγματικότητας.
«Οι λέξεις μοιάζουν να μετατρέπονται σε βλήματα που εκτοξεύονται εναντίον κάποιου, με τη βεβαιότητα ότι μπορούν να δράσουν και να επιφέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα», γράφει ο διαπρεπής γλωσσολόγος Α. Φ. Χρiστίδης, αναφερόμενος στις παραδόσεις της λαϊκής μαγείας, σύμφωνα με την οποία, ο λόγος, δεν είναι κάτι ξεχωριστό από τα πράγματα, αλλά ανήκει σε αυτά, είναι μέρος της φύσης τους.
Φυσικά, προϋπόθεση για τη λειτουργία της μαγικής γλώσσας, είναι το πλαίσιο της μαγικής τελετουργίας, που χρησιμοποιεί το λόγο, την χειρονομία και την χρήση αντικειμένων, και που σύμφωνα με τον L. Strauss, αποτελεί την αναγκαία συνθήκη για την παράκαμψη του λόγου-παρότι η παράκαμψη αυτή συντελείται και μέσω κατάλληλου χειρισμού της ίδιας της γλώσσας. Ο M. Elliade θα προσθέσει, ότι τόσο η μαγική γλώσσα όσο και η ίδια η τελετουργία, τελεσφορούν, με την προϋπόθεση ότι επαναλαμβάνουν μια πράξη που έχει ήδη τελεσθεί από ένα Θεό, έναν ήρωα ή ένα πρόγονο.
Κατά παράδοξο τρόπο, η αποτελεσματικότητα των εξουσιαστικών συνθημάτων, φαίνεται να ερμηνεύεται με επάρκεια από τα παραπάνω εξηγητικά σχήματα. Πράγματι, ενώ η χρήση των εξουσιαστικών συνθημάτων, έχει εξυπηρετήσει επανειλημμένα την νομιμοποίηση χρεοκοπημένων καθεστώτων, εντούτοις, συνθήματα με παρόμοιες λέξεις, καθώς ξαναχρησιμοποιούνται από καθεστώτα που επιδιώκουν την κυριαρχία, φαίνεται να χαίρουν αποτελεσματικότητας.
Ο πολιτικός ρήτορας, όντως, χρησιμοποιεί τις λέξεις με τέτοιο τρόπο, ως εάν να επιχειρεί να εκβιάσει την πραγματικότητα, στο να λειτουργήσει προς την επιθυμητή κατεύθυνση. Ταυτόχρονα, αυτή η διαδικασία, τελείται στα πλαίσια ενός πολιτικού τελετουργικού, που χρησιμοποιεί το λόγο, τις χειρονομίες και τη κατάλληλη διακόσμηση (κομματικό ακροατήριο, ΜΜΕ κτλ.). Επιπλέον, ο ρήτορας, αναπαράγει μια διαδικασία που έχει τελεσθεί στο παρελθόν, από τους πολιτικούς του προγόνους, γεγονός που αποδίδει στο λόγο του την αρχετυπική διάσταση.
Αυτή η μαύρη ή γκρίζα μαγεία του εξουσιαστικού συνθήματος, δεν μπορεί να διαχωριστεί βέβαια από το γεγονός ότι το κράτος κατέχει το «μονοπώλιο της βίας» και επιπλέον, από το γεγονός ότι οι δυτικές κοινωνίες υπάρχουν για, και διαμέσου το κράτους. Το κράτος είναι η συσκευή συσσώρευσης της διάχυτης εξουσίας και οι φορείς του κράτους, λειτουργούν σαν τους διακόπτες που κατευθύνουν την εξουσιαστική ενέργεια.
Όμως το «μονοπώλιο της βίας», δεν μπορεί να διαχωριστεί από το «μονοπώλιο του Λόγου». Όπως αναφέρει ο ανθρωπολόγος P.Clastres, «η άσκηση της εξουσίας εξασφαλίζει τη κυριαρχία του λόγου». Ο άνθρωπος της εξουσίας, δεν διενεργεί απλά και μόνο την πράξη της ομιλίας αλλά μέσω του κύρους και της κυριότητας του λόγου, εκφέρει άμεση ή έμμεση προσταγή, παράγει την σχέση εντολέα και εντολοδόχου, όσο και το χώρο που διαμεσολαβεί.
Κατασκευάζει τον τρόπο με τον οποίο ο υπήκοος οφείλει να κατανοεί τον εαυτό του και την κοινωνική πραγματικότητα· την ίδια την κοινωνική σχέση. Ο φορέας της εξουσίας είναι η πηγή του «νόμιμου λόγου»· ο κύριος του λόγου, που ασκεί κυριαρχία μέσω αυτής της διαδικασίας. Η ίδια η νομιμοποίηση της εξουσίας και του κράτους συντελείται με πράξεις λόγου, έτσι ώστε η διάκριση εξουσίας και λόγου να είναι σχεδόν αδύνατη. Η τελετουργία, οι διακρίσεις και η ιεραρχία, ως προϋπόθεση της εξουσίας, νομιμοποιείται μέσω του λόγου. Γι αυτό και «Εν αρχή ην ο Λόγος», που είναι η προϋπόθεση, η ουσία και η συνέπεια της εξουσίας.
Ο λόγος του κοινού πολιτικού ρήτορα δεν έχει καμιά τύχη. Αντίθετα, ο ρήτορας που είναι ενδεδυμένος με το κύρος της εξουσίας, όπως ένας πρωθυπουργός, είναι ικανός να επιβάλλει το λόγο και μέσω αυτού, να υποκαθιστά την πραγματικότητα. Εκ των υστέρων και όταν διαλυθεί η «μαγεία», μετά την απώλεια της εξουσιαστικής θέσης, ο λόγος του μπορεί να γίνει αντικείμενο περιφρόνησης ή γέλωτα. Ο λόγος παρέμεινε ο ίδιος· αυτό που άλλαξε, είναι η απουσία της τυπικής εξουσίας, που είναι ικανή να πραγματοποιεί το λόγο.
Άλλαξε επιπλέον μια πρόσθετη παράμετρος: ο εξουσιαστικός λόγος εμπεριέχει δύναμη, όταν απευθύνεται προς ένα συγκεκριμένο ακροατήριο. Και στη περίπτωση ενός πρωθυπουργού, το ακροατήριο είναι η εθνική κοινότητα. Ο ρήτορας συνδιαλέγεται με το έθνος, όχι με μια ομάδα εντός του έθνους. Γι αυτό και η πράξη του λόγου του, εγγράφεται σε ένα «θρησκευτικό» πλαίσιο.
Ένας πρωθυπουργός επικαλείται το έθνος για την ισχυροποίηση του λόγου του. Η «ιερότητα του έθνους», είναι κι αυτή μια προϋπόθεση, έτσι ώστε ο εξουσιαστικός λόγος να ενδυθεί, όχι μόνο με την ισχύ και την τελετουργία, αλλά και με την διάσταση του ιερού.
Πηγή:http://moriasegkomion.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου